O Παναθηναϊκός όχι μόνο δεν έμαθε από το πάθημα του Ολυμπιακού, αλλά πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα κόντρα στην Ανόρθωση.
Πολύς λόγος, ως συνήθως άλλωστε, είχε γίνει για το σύστημα και τους παίκτες που θα προτιμούσε ο τεν Κάτε για το παιχνίδι της Λευκωσίας. Ο Ολλανδός προπονητής αιφνιδίασε για ακόμη μία φορά με τις επιλογές του (προτίμησε το Χριστοδουλόπουλο αντί του Ιβανσιτς), ωστόσο μετά το 15’ οι πάντες επικεντρώθηκαν σε πιο ουσιαστικά πράγματα. Για την ακρίβεια, στο πως θα καταφέρει ο Παναθηναϊκός να ανατρέψει το εις βάρος του 2-0.
Καλά μαντέψατε, όσοι δεν είδατε το παιχνίδι από την τηλεόραση. Το πρώτο τέταρτο αποδείχθηκε καταστροφικό για τους «πράσινους» και δικαίωσε αυτούς που υποστηρίζουν ότι ο Παναθηναϊκός χρειάζεται κεντρικό αμυντικό κλάσης. Στο πρώτο γκολ (11’) ο Σαριέγκι αντί να διώξει, στέλνει την μπάλα στα δίχτυα της ομάδας του με κεφαλιά…ακριβείας κάνοντας τον τεν Κάτε να προφέρει πολλές φορές την αγγλική λέξη που αρχίζει από f. Στο 15’ ο Ντομπρασίνοβιτς νίκησε στον αέρα τον Γκούμα και δεν άφησε την εξαιρετική σέντρα του Σάβιο να περάσει ανεκμετάλλευτη.
Πως άραγε θα μπορούσε να ανέβει αυτήν την ανηφόρα ο Παναθηναϊκός; Όχι πάντως με βιαστικές επιλογές και γρήγορες αλλαγές που θα αποσυντόνιζαν την ομάδα. Ο τεν Κάτε ορθώς δεν διαφοροποίησε τα πλάνα του και περίμενε να δει αν θα λειτουργήσει επιτέλους το 4-2-3-1. Τι είδαμε; Μία ομάδα να πιέζει, να προσπαθεί να φέρει το παιχνίδι στην περιοχή του αντιπάλου, αναπτυσσόμενη όμως μονόπλευρα, μόνο από τα δεξιά. Πότε με τον Μουν, πότε με τον Κλέιτον και πότε με τον Σαλπιγγίδη, ο Παναθηναϊκός πίεσε την κυπριακή άμυνα (όχι πολύ είναι η αλήθεια) και κατάφερε να δει φως στο τούνελ από λάθος αντιπάλου.
Ο Λεϊβακαμπέσι αντέδρασε παιδικά στη σέντρα του Μουν, έκανε χέρι και έδωσε την ευκαιρία στον Παναθηναϊκό να επιστρέψει. Ο Σαλπιγγίδης δεν αρνήθηκε το δώρο (2-1 στο 28’). Το πρόβλημα όμως ήταν ότι οι πράσινοι δεν σκόραραν και άλλη φορά μέχρι το ημίχρονο, όχι γιατί δεν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις αλλά επειδή δεν είχαν αρκετούς παίκτες στην αντίπαλη περιοχή.
Ο Παναθηναϊκός συνέχισε να έχει τα ηνία του αγώνα και στη συνέχεια αλλά εκτός από αυτό δεν είχε τίποτα άλλο που να μπορούσε να απειλήσει ουσιαστικά το μπετόν-αρμέ του Κετσπάγια. Τα άκρα (το δεξί δηλαδή γιατί το αριστερό παρέμενε ανενεργό) δεν δούλεψαν, ο άξονας δεν πέρασε πάσες, οι παίκτες κλειδιά (Σαλπιγγίδης, Κλέιτον) κλείστηκαν και ο Παναθηναϊκός περιορίστηκε σε μία εντελώς ανούσια κατοχή.
Ο τεν Κάτε επιχείρησε (καθυστερημένα) να αλλάξει τα κακώς κείμενα με Σόουζα και Ιβανσιτς, όμως και πάλι χώροι στην άμυνα της Ανόρθωσης δεν βρέθηκαν. Αντίθετα στα μετόπισθεν των πράσινων, ακόμα και μετά από στημένη μπάλα, βρέθηκε, στην κατάλληλη στιγμή για την Ανόρθωση, το κατάλληλο άνοιγμα. Κόρνερ από αριστερά, κεφαλιά του Τάχερ και η αναμέτρηση πέρασε στην ιστορία από το 78’. Το 3-1 δεν άλλαζε με τίποτα από εκεί και πέρα.
Πηγή: cosmo.gr