Ενας διακεκριμένος ερευνητής του Εθνικού Διαστημικού Κέντρου της Δανίας υποστηρίζει εδώ και χρόνια ότι για την παγκόσμια υπερθέρμανση ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό οι διακυμάνσεις στην κοσμική ακτινοβολία. Η θεωρία έχει συναντήσει αντιδράσεις από τους κλιματολόγους, αλλά σήμερα επαληθεύεται από πειράματα.
Όχι όλοι, όμως. Ο κλιματολόγος Henrik Svensmark του Εθνικού Διαστημικού Κέντρου της Δανίας υποστηρίζει ότι μία από τις βασικές αιτίες της παγκόσμιας υπερθέρμανσης είναι η κοσμική ακτινοβολία, σε συνδυασμό με εντελώς φυσιολογικές διακυμάνσεις στο μαγνητικό πεδίο του Ήλιου. Ένα από τα επιχειρήματά του είναι ότι υπάρχει μια εμφανής αντιστοιχία μεταξύ των διακυμάνσεων στο μαγνητικό πεδίο του Ήλιου και των μεταβολών της θερμοκρασίας στη Γη. Ωστόσο, το μαγνητικό πεδίο του Ήλιου δεν καθορίζει άμεσα τη θερμοκρασία στη Γη· η επίδρασή του είναι έμμεση.
Οι επικριτές ζητούν αποδείξεις
Είναι προ πολλού γνωστό ότι το μαγνητικό πεδίο του Ήλιου καθορίζει πόση κοσμική ακτινοβολία φτάνει στη Γη. Το –απροσδόκητα– νέο στη θεωρία του Svensmark είναι ότι η κοσμική ακτινοβολία ασκεί μεγάλη επίδραση στην ποσότητα των νεφών που σχηματίζονται στην ατμόσφαιρα, και εφόσον τα νέφη ανακλούν μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας πίσω στο διάστημα, η ποσότητα των νεφών καθορίζει τη θερμοκρασία που επικρατεί στη Γη. Σε ένα βαθμό, ο ισχυρισμός του Svensmark έχει ήδη επιβεβαιωθεί, καθώς μετρήσεις έχουν δείξει ότι οι μεταβολές στο σχηματισμό των νεφών της Γης ακολουθούν σχεδόν κατά πόδας τις διακυμάνσεις της κοσμικής ακτινοβολίας. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για να πειστούν οι επικριτές του Svensmark. Από τότε που ο Svensmark παρουσίασε τη θεωρία του, το 1986, ζητούσαν μια περιγραφή του φυσικού μηχανισμού που καθορίζει το σχηματισμό των νεφών.
Τώρα ο Svensmark έχει ανακαλύψει αυτό το μηχανισμό, μέσω ενός πειράματος που φέρει την ονομασία SKY. Σκοπός του πειράματος ήταν η μελέτη των νεφών σε μια εργαστηριακή προσομοίωση ατμόσφαιρας μέσα σε ένα «θάλαμο νεφών», όπως λέγεται – ένα ειδικό δοχείο που έχει σχεδιαστεί γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό. Στο θάλαμο νεφών είναι δυνατόν, με τεχνητό τρόπο, να αφαιρεθεί η κοσμική ακτινοβολία, η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες φτάνει στην ατμόσφαιρα της Γης. Όταν επιτευχθεί αυτό, δε σχηματίζονται πλέον νέφη στην πειραματική ατμόσφαιρα, αλλά όταν επανέλθει η ακτινοβολία, εμφανίζονται και πάλι νέφη.
Ο Ηλιος είναι ενεργός όσο ποτέ άλλοτε
Η κοσμική ακτινοβολία ενδέχεται να ευθύνεται για τις κλιματικές αλλαγές στη Γη, καθώς η ατμόσφαιρά μας δε δέχεται πάντα την ίδια ποσότητα κοσμικής ακτινοβολίας. Η ισχύς του μαγνητικού πεδίου του Ήλιου καθορίζει πόση κοσμική ακτινοβολία διαπερνά την ηλιόσφαιρα, και οι διακυμάνσεις του μαγνητικού πεδίου ακολουθούν τις διακυμάνσεις της ηλιακής δραστηριότητας.
Η ηλιακή δραστηριότητα έχει φτάσει στο ανώτατο επίπεδο των τελευταίων 700 χρόνων, ενώ ταυτόχρονα η ισχύς του μαγνητικού πεδίου του Ήλιου έχει διπλασιαστεί. Την ίδια περίοδο, η παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε περίπου κατά 10C. Σύμφωνα με τον Svensmark, οι παράγοντες αυτοί σχετίζονται μεταξύ τους. Υποστηρίζει ότι έχει και πολλά άλλα παραδείγματα για το πώς οι διακυμάνσεις της θερμοκρασίας στη Γη ακολουθούν τις μεταβολές της ηλιακής δραστηριότητας. Την τελευταία φορά που η ηλιακή δραστηριότητα βρισκόταν στα ίδια υψηλά επίπεδα με τα σημερινά ήταν το Μεσαίωνα, κατά την περίοδο 1000-1300. Τότε έκανε τόση ζέστη, που οι Βίκινγκς είχαν αναπτύξει καλλιέργειες στη Γροιλανδία.
Από μετρήσεις της περιεκτικότητας σε άνθρακα 14 που έγιναν σε δακτυλίους κορμών δέντρων, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την ένταση της κοσμικής ακτινοβολίας σε διάφορες περιόδους. Ο άνθρακας 14 σχηματίζεται όταν τα πλούσια σε ενέργεια σωματίδια της κοσμικής ακτινοβολίας συγκρούονται με ατομικούς πυρήνες στην ατμόσφαιρα. Όσο περισσότερο άνθρακα 14 βρίσκουμε σε ένα δακτύλιο δέντρου, τόσο περισσότερη κοσμική ακτινοβολία πέρασε από την ατμόσφαιρα της Γης εκείνη τη χρονιά. Αμέσως μετά το Μεσαίωνα, ακολούθησε η λεγόμενη Μικρή Παγετωνική Περίοδος, η οποία διήρκεσε από το 1300 μέχρι το 1850. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το κλίμα έγινε πολύ ψυχρότερο, και τη δεκαετία του 1690 οι άνθρωποι έζησαν τους βαρύτερους χειμώνες της χιλιετίας. Ξαφνικά οι κόλποι και οι πορθμοί πάγωσαν, ενώ πολλοί ηλικιωμένοι και μικρά παιδιά πέθαναν από το δριμύ ψύχος. Μετρήσεις δείχνουν ότι η ατμόσφαιρα της Γης δέχθηκε μεγάλες ποσότητες κοσμικής ακτινοβολίας εκείνη την περίοδο.