Το Κορίτσι με το Τατουάζ (The Girl with the Dragon Tattoo, 2011) του David Fincher. Με τους Rooney Mara, Daniel Craig, Christopher Plummer, Stellan Skarsgård, Robin Wright.
Τα βασικά: Ατιμασμένος δημοσιογράφος προσλαμβάνεται από πάτερ φαμίλια
πάμπλουτης οικογένειας “που έχτισε τη Σουηδία” για να βρει ποιος
δολοφόνησε την αγαπημένη του ανιψιά μερικές δεκαετίες πριν. Αλλά τίποτα
από αυτά δεν έχει σημασία, γιατί η ταινία αρχίζει και τελειώνει με το
κορίτσι με το τατουάζ δράκου.
Το κορίτσι με το τατουάζ ενός ροζ ελέφαντα στο δωμάτιο: Ας το βγάλουμε
αυτό από τη μέση γρήγορα γιατί δε γίνεται να αγνοηθεί. Το να γυρίζεται
καινούρια εκδοχή ενός διάσημου βιβλίου το οποίο είχε μια εξίσου διάσημη
κινηματογραφική μεταφορά μόλις πριν 2 χρόνια, μοιάζει σίγουρα περίεργο,
“χολιγουντιανό” αν θες.
Όμως δεν πρόκειται για κυνική αρπαγή χρήματος, πρόκειται για μια αληθινά
εξαιρετική νέα εκδοχή, που αντλεί από το βιβλίο (δεν είναι ριμέικ),
αποτελώντας μια σίγουρα πιο κινηματογραφική ματιά στην ιστορία του Stieg
Larsson, αναδεικνύοντας με λεπτούς τρόπους πτυχές που απουσίαζαν από
την μόνο-τα-γεγονότα εκδοχή του Σουηδού τηλεσκηνοθέτη Niels Arden Oplev.
Η αμερικάνικη είναι πιο ‘σινεμά’, είναι -πολύ απλά- η ταινία ενός
αληθινού auteur.
Η ταινία: Η πρώτη στιγμή μικρού θριάμβου κατά την παρακολούθηση (μετά
τους απίστευτους τίτλους αρχής, τουλάχιστον) έρχεται όταν ακούς τον
πρώτο Αμερικάνο ηθοποιό να μιλάει με σπαστή, σουηδικού τύπου προφορά,
μιλώντας στον χαρακτήρα του Daniel Craig που ναι, τον λένε Mikael
Blomqvist.
Όχι Michael ή κάτι αντίστοιχα ανόητο. Και βρισκόμαστε στο μέσο του
Σουηδικού χειμώνα, όχι σε καμιά Αλάσκα. Σιγά-σιγά διαπιστώνεις πως όλα
τα στοιχειώδη κομμάτια που συνθέτουν την ιστορία του Larsson είναι εκεί
ανέγγιχτα, με το σενάριο του Steven Zaillian και τον σκηνοθέτη David
Fincher να μην διαπράττουν του μέγιστο αμάρτημα των αμερικάνικων
διασκευών: Τον εξαμερικανισμό του σκηνικού.
Η ιστορία αυτή έχει κάτι το βαθιά ριζωμένο στην Σουηδική (και Ευρωπαϊκή,
ευρύτερα, θα λέγαμε) ιστορία και είναι πολύ σημαντικό που την βλέπουμε
να εξελίσσεται μέσα στον χιονιά, σε ένα υπνωττιστικά πάλλευκο σκηνικό
που κρύβει ενοχές μιας ντροπιαστικής πτυχής της κοινής μας ιστορίας και
συνείδησης.
Αυτή είναι η ιστορία μιας έρευνας για ένα κορίτσι που δολοφονήθηκε, αλλά
ακόμα περισσότερο, είναι μια ιστορία για την Ιστορία. Ο Fincher με τον
μοναδικό του ρυθμό δίνει στο κυνήγι του σίριαλ κίλερ μια αληθινή αίσθηση
χώρου και χρόνου, μιλώντας ταυτόχρονα για το πέρασμα των καιρών και την
αλλαγή των ηθών (θεματική που εξάλλου διέτρεχε και το “Social Network”)
μέσα από την αντιπαραβολή των σκηνών στο τότε και στο τώρα.
Οι ενοχές έχουν ξεσκίσει τη σάρκα αυτής της οικογένειας δυναστείας που
είναι συνώνυμο της Σουηδίας, αποξενώνοντας τα μέλη της που αποστρέφουν
το βλέμμα απέναντι σε έναν τοίχο με εικόνες που λένε την αλήθεια ή που
(όπως επιτάσσει και το κλισέ) “πίνουν για να ξεχάσουν”. Το παρελθόν
θάβεται κάτω από το χιόνι, η στρεβλή ιδεολογία αφήνει πίσω της αγνή
αρρώστια. (Δες πώς αλλάζει η λογική επιλογής των ‘ονομάτων’.)
Είναι μόνο ταιριαστό ο άνθρωπος που βρίσκεται στο μέσο όλους αυτού του
σάπιου οικογενειακού σκηνικού να είναι μια νεαρή κοπέλα, ένα θυμωμένο,
μπερδεμένο, εξαγριωμένο πλάσμα, παράγωγο, θύμα (αλλά και απόβλητο) της
κοινωνίας που χτίστηκε πάνω στους σκελετούς των κάθε Vanger. Εμπλέκεται
στην υπόθεση αρκετά αφότου την έχει αναλάβει ο δημοσιογράφος Mikael,
αλλά η Lisbeth είναι, ειλικρινά, τα πάντα σε αυτή την ταινία.
Ο Zaillian (σε μια εκπληκτική χρονιά για τον ίδιο, μετά και το
“Moneyball”) και ο Fincher έχουν πολύ έξυπνα αποφασίσει να δώσουν στην
πλοκή ρόλο σχολιασμού και στους χαρακτήρες την κεντρική θέση σε αυτό το
δράμα. Όπως είναι λογικό, η πρώτη πράξη έχει μπόλικο backstory να
καλύψει, αλλά αυτή η ‘υποχρέωση’ ξεπερνιέται με ευκολία από τους
δημιουργούς είτε χάρη στην πυκνή αφήγηση ανάμεσα στις γραμμές (οι σκηνές
του παρελθόντος καθώς μπλέκονται με Craig και Christopher Plummer στο
τώρα είναι απλά μαγευτικές), είτε κόβοντας εναλλάξ στην παράλληλη
αφήγηση της Lisbeth.
Ο χαρακτήρας είναι συναρπαστικός και η ταινία καλά κάνει και την
αποθεώνει. Χωρίς να μας συλλαβίζει απολύτως τίποτα για το ποια είναι ή
το γιατί είναι (αφήνοντας τον καθένα να κάνει τους δικούς του
συνειρμούς), έχουμε μια απόλυτη αίσθηση της Lisbeth.
Είναι πληγωμένη και εύθραυστη, είναι σκληρή και δε συγχωρεί, είναι
ασέξουαλ και υπερσέξουαλ, είναι δίκαιη (αλλά δε τη νοιάζει), είναι γήινη
(αλλά και δεν είναι).
Η Rooney Mara είναι αποκάλυψη. Μια συναρπαστική περίπτωση αληθινής
μεταμόρφωσης, όπου ο ηθοποιός χάνεται μες στο ρόλο, δεν τον αναγνωρίζεις
καν, δεν διακρίνεις τα τικ του, το βλέμμα του, τη φωνή του - ξεχνάς ότι
μέσα σε αυτή την παρουσία, υπάρχει καν ηθοποιός.
Η Lisbeth της Mara είναι ένα μυστήριο, ένα πλάσμα που νιώθεις πως είναι
πέρα για πέρα αληθινό, αλλά ταυτόχρονα δεν έχει τίποτα το απτό. Είναι
απόμακρη ενώ στάζει θυμό, είναι απόκοσμη καθώς η δυσβάσταχτη ανθρωπιά
της κατακλύζει την οθόνη.
Και καθώς το φανταστικό score των Trent Reznor & Atticus Ross (μετά
το "Social Network" ξαναδουλεύουν με τον Fincher) την περιγράφει, της
δίνει ακόμα και φωνή. Υπάρχουν ορισμένες ανατριχιαστικές στιγμές που
είναι σαν η μουσική να ουρλιάζει στη θέση της.
Το φιλμ στο πρώτο του μισό κυλάει με εξαιρετικούς ρυθμούς αλλά είναι
μετά τη μέση που έρχεται πραγματικά στη ζωή, όταν η Lisbeth συναντά τον
Mikael. Για την ακρίβεια, όταν ο Mikael συναντά την Lisbeth. Οι δυο τους
μαζί είναι η αφηγηματική ραχοκοκαλιά της ταινίας, καθώς
αλληλοσυμπληρώνονται σε διαφορετικά επίπεδα, και μετατρέπουν Μια Ακόμα
Σίριαλ Κίλερ Ιστορία σε κάτι απτό και πραγματικό.
Είναι χάρη στην Lisbeth που δεν απογοητεύει η (δομικά προβληματική)
τελευταία πράξη της ιστορίας. Χάρη στο ‘reverse Bond’ της (με μικρές
αντιδράσεις απόλυτα συνεπείς με τον χαρακτήρα της) και τη συναισθηματική
της διαδρομή που φτάνει σε μια -περιέργως τόσο Χριστουγεννιάτικη-
φανταστική τελευταία σκηνή, αυτή η αποκλιμάκωση του τελευταίου ημιώρου
γίνεται επίλογος αληθινά νευραλγικός ως προς τους κεντρικούς ήρωες.
Οι εποχές αλλάζουν (“είναι Χριστούγεννα πάλι”, του λέει) αλλά κάτω από
το χιόνι, κάποιες ανείπωτες αλήθειες παραμένουν. Η Lisbeth, πάγος και
φωτιά μαζί, είναι η σταθερά μας. Ο απόλυτα σωστός χαρακτήρας στην
απόλυτα σωστή ταινία.