Μόνο όσες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα της αγοράς θα μπορέσουν να επιβιώσουν στο άμεσο μέλλον, το οποίο -τουλάχιστον για το 2010- διαγράφεται δυσοίωνο για την ανάκαμψη της αγοράς.
Αυτό όμως ήταν το πρώτο βήμα, καθώς το επόμενο θα πρέπει να γίνει από τους ίδιους τους επιχειρηματίες, οι οποίοι πρέπει να αντιδράσουν στην οικονομική κρίση που έχει πλήξει τα καταστήματά τους.
Η αισιοδοξία είναι ένα καλός σύμβουλος στις επόμενες κινήσεις τους, ωστόσο μπορεί να μετατραπεί σε ανασταλτικό παράγοντα της εξέλιξής τους… «Αυτό που μου έκανε περισσότερη εντύπωση από τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν η καλή εικόνα που έχουν οι ιδιοκτήτες για τις επιχειρήσεις τους. Εγώ πιστεύω ότι όλοι έχουν περιθώρια βελτίωσης, ενώ χωρίς αυτοκριτική δεν γίνεται τίποτα» εξήγησε χθες ο κ. Κοκολάκης.
Η έρευνα, που παρουσιάστηκε επίσημα χθες, έγινε με στόχο την αποτίμηση της υφιστάμενης κατάστασης των επιχειρήσεων, την καταγραφή των εκτιμήσεων των επιχειρηματιών για τις μελλοντικές εξελίξεις και των ενεργειών που σκοπεύουν να αναλάβουν. Παράλληλα, η μελέτη περιελάμβανε την εκπόνηση ανάλυσης SWOT, ώστε να διερευνηθούν οι δυνάμεις, οι αδυναμίες, οι ευκαιρίες και οι απειλές για τις εμπορικές επιχειρήσεις αλλά και την κατάθεση προτάσεων προς τους φορείς και τους επιχειρηματίες. Μεταξύ άλλων υποδεικνύει ως κυριότερα προβλήματα των επιχειρήσεων την έλλειψη ρευστότητας, τη μείωση της κατανάλωσης, τα ακριβά ενοίκια και τον τοπικό ανταγωνισμό.
Εκτός όμως από την ευθύνη που έχουν οι επιχειρηματίες, μεγάλο μερίδιο ευθύνης αναλογεί και στην πολιτεία, η οποία θα έπρεπε να θέσει τα θεμέλια για μία αγορά που θα παρέχει κίνητρα σε νέους επιχειρηματίες και επενδυτές, ενώ θα στηρίζει με τη μεγιστοποίηση της αξιοποίησης των προγραμμάτων τις ήδη υπάρχουσες.
Διαδικασία
Στην έρευνα συμμετείχαν περίπου 200 επιχειρήσεις του Νομού Ηρακλείου, απαντώντας σε σχετικά ερωτηματολόγια, ενώ σε 182 από αυτές έγινε ενοποιημένος ισολογισμός, που αποδεικνύει τη σημαντική πτώση του τζίρου κατά 9,9%, δηλαδή σε 100 εκατομμύρια ευρώ.
Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την εκπόνηση της μελέτης συλλέχθηκαν μέσω τηλεφωνικών και προσωπικών συνεντεύξεων, ερωτηματολογίων που απεστάλησαν στις εμπορικές επιχειρήσεις του Νομού Ηρακλείου, καθώς και από την επεξεργασία των διαθέσιμων δημοσιευμένων ισολογισμών των εμπορικών επιχειρήσεων του νομού για το 2009 με την κατάρτιση ενός ενοποιημένου ισολογισμού.
Η μελέτη διενεργήθηκε έπειτα από σχετική σύμβαση που είχε υπογράψει η νομάρχης Ηρακλείου, Βαγγελιώ Σχοιναράκη, με ειδικούς μελετητές και τον πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Ηρακλείου, Μανόλη Κουμαντάκη.
Η μελέτη παραδόθηκε ήδη χθες στους επιχειρηματίες του Ηρακλείου.
«Οι έμποροι και οι επιχειρηματίες μπορούν να προμηθευτούν μόνοι τους το υλικό αυτό, το οποίο αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για τους ίδιους, να το αναλύσουν και να διαμορφώσουν το βηματισμό τους, έτσι όπως ακριβώς θα εκτιμήσουν εκείνοι ό,τι θα τους δώσει καλύτερη επόμενη μέρα. Το σημαντικό είναι ότι νιώθουν την ανάγκη να κάνουν το επόμενο βήμα, νιώθουν την απειλή που υπάρχει εξαιτίας του αρνητικού τοπίου που έχει διαμορφωθεί και βεβαίως νιώθουν την ανάγκη εκσυγχρονισμού της λειτουργίας της επιχείρησής τους, προκειμένου να μπορέσει να είναι βιώσιμη το επόμενο διάστημα» τόνισε η κυρία Σχοιναράκη.
«Η μελέτη αυτή η οποία εκπονήθηκε από τη Νομαρχία Ηρακλείου για λογαριασμό των εμπόρων του λιανικού εμπορίου του νομού, εκτός από την καταγραφή των προβλημάτων και της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί στις αγορές, δίνει και προοπτικές, δίνει κατευθύνσεις. Ταυτόχρονα προσπαθεί μέσα από τα στοιχεία, τα οποία καταγράφει, να δώσει τη δυνατότητα στους εμπόρους του λιανικού εμπορίου να στοχαστούν πάνω στην καινούργια κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, πάνω στα προβλήματα των αγορών, πάνω στα οργανωτικά προβλήματα των επιχειρήσεών τους, προκειμένου να μπορέσουν με ένα καλύτερο τρόπο να οργανωθούν για το μέλλον. Γιατί οι δυσκολίες που βιώνουν και που θα βιώσουν στο μέλλον οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι πάρα πολύ μεγάλες και για να μπορέσουν να επιβιώσουν πρέπει να είναι με καλύτερα συγκροτημένο τρόπο οργανωμένες» κατέληξε ο κ. Κουμαντάκης.